Bezweifeln στα ελληνικά

Μετάφραση: bezweifeln, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμφισβητώ, αμφιβολία, αμφιβάλλω, αμφιβολίας, αμφιβολίες, αμφιβολιών, αμφισβήτηση
Bezweifeln στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezugspunkt στα ελληνικά - σημείο αναφοράς, σημείου αναφοράς, σημείο αναφοράς του, σημείου αναφοράς του
  • bezwang στα ελληνικά - νικήσει, κτύπησε, χτύπησαν, κερδίσει, κτυπήσει
  • bezweifelnde στα ελληνικά - αναμφισβήτητος, αναμφίβολος, αδιαμφισβήτητη, αδιαμφισβήτητο, αδιαμφισβήτητος
Τυχαίες λέξεις
Bezweifeln στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμφισβητώ, αμφιβολία, αμφιβάλλω, αμφιβολίας, αμφιβολίες, αμφιβολιών, αμφισβήτηση