Bieten στα ελληνικά
Μετάφραση: bieten, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προνοώ, προσπάθεια, προσφέρω, χορήγηση, παρέχω, επιπλώνω, παροχή, προμηθεύω, προσφορά, κάνω, καθιστώ, προμήθεια, απόπειρα, παρέχουν, παρέχει, να παρέχουν, παράσχει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- biest στα ελληνικά - κτήνος, ζώο, θηρίο, θηρίου, τέρας, κτήνους
- bieter στα ελληνικά - προσφέρων, προσφέροντα, προσφέροντος, υποψήφιος, υποψήφιο
- bietet στα ελληνικά - προσφορές, αγγελίες, αγγελίες για, προσφορών, προσφέρει
Τυχαίες λέξεις
Bieten στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προνοώ, προσπάθεια, προσφέρω, χορήγηση, παρέχω, επιπλώνω, παροχή, προμηθεύω, προσφορά, κάνω, καθιστώ, προμήθεια, απόπειρα, παρέχουν, παρέχει, να παρέχουν, παράσχει
Μεταφράσεις: προνοώ, προσπάθεια, προσφέρω, χορήγηση, παρέχω, επιπλώνω, παροχή, προμηθεύω, προσφορά, κάνω, καθιστώ, προμήθεια, απόπειρα, παρέχουν, παρέχει, να παρέχουν, παράσχει