Προμηθεύω στα γερμανικά
Μετάφραση: προμηθεύω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bieten, liefern, ausstatten, zustellen, purvey
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προμηθεύω
προμηθεύω στα αγγλικα, προμηθεύω in english, προμηθεύω συνώνυμα, προμηθεύω αγγλικα, προμηθεύω με, προμηθεύω λεξικό γλώσσας γερμανικά, προμηθεύω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- προμηθευτής στα γερμανικά - anbieter, zulieferfirma, ausrüster, kreditor, lieferant, Lieferant, Zulieferer, ...
- προμηθεύομαι στα γερμανικά - bekommen, erhalten, promithefomai
- προνοητικός στα γερμανικά - weitsichtig, weitsichtige, weitsichtigen, weitsichtiger, vorausschauende
- προνοητικότητα στα γερμανικά - vorblick, vorsorge, voraussicht, Weitblick, Voraussicht, Weitsicht
Τυχαίες λέξεις
Προμηθεύω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: bieten, liefern, ausstatten, zustellen, purvey
Μεταφράσεις: bieten, liefern, ausstatten, zustellen, purvey