Λέξη: περιτέμνω

Μεταφράσεις: περιτέμνω

περιτέμνω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
circumcise

περιτέμνω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
circuncidar, circuncidar a, circuncidará, circunciden, circuncidarlos

περιτέμνω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
beschneiden, zu beschneiden, beschneidet, Beschneidung, beschneide

περιτέμνω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
habillage, circoncire, circoncira, exciser, circoncis, la circoncision

περιτέμνω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
circoncidere, circonciderli, circonciderà, circonciderà il, circoncidere i

περιτέμνω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
circuncidar, circuncidá, circuncidará, circuncidará o, circuncidais

περιτέμνω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
besnijden, te besnijden, besnijdt, besnijd

περιτέμνω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
совершать обрезание, обрезать, обрезание, обрежь, обрезания

περιτέμνω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
omskjære, omskjærer, omskjæres, omskjær, omskjærer også

περιτέμνω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
omskären, omskära, omskär, omskären I, omskäras

περιτέμνω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ympärileikata, ympärileikkaa, ympärileikkaamaan, ympärileikattava, ympärileikkaamasta

περιτέμνω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
omskære, omskæres, omskær, omskærer, I omskære

περιτέμνω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
obřezat, obřízku, obřezovati, obřež, obřezáváte

περιτέμνω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rzezać, obrzezać, obrzezywać, obrzezania, obrzezali, obrzezujecie

περιτέμνω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
körülmetél, körülmetéljék, körülmetéli, körülmetélitek, a körülmetélést

περιτέμνω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sünnet, sünnet etmek, sünnet edersiniz, günahlardan arındırmak, ruhen temizlemek

περιτέμνω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
робити обрізання, наказуючи робити обрізання

περιτέμνω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bëj synet, rrethpresë, rrethpritni, ta rrethpresë, rrethpresin

περιτέμνω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
обрязвам, обрязват, обреже, обрязвате, обрежат

περιτέμνω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
здзяйсняць, рабіць, выконваць, ажыццяўляць, зьдзяйсьняць

περιτέμνω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ümber lõikama, lõigata, ümber lõigata, lõikate, lõikama

περιτέμνω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
obrezati, obrezuju, obrezujete, obrežu, obrezat

περιτέμνω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
umskera, umskerið, yfirhúð

περιτέμνω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apipjaustyti, apipjaustote, apipjaustys, apipjaustyk

περιτέμνω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apgraizīt, apgraizāt, circumcise, apgraizīs

περιτέμνω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
обрежат, обреже

περιτέμνω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
circumcide, împrejur, circumcidă, taie împrejur, tăia împrejur

περιτέμνω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
obrezujejo, obrezati, circumcise, obrežejo, obrezujete

περιτέμνω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
obrezať, obrezávať, obrezat, obrezali
Τυχαίες λέξεις