Decken στα ελληνικά

Μετάφραση: decken, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεραμίδι, καλύπτω, πλακάκι, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης
Decken στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • decke στα ελληνικά - σκεπάζω, καλύπτω, κουβέρτα, παλτό, ταβάνι, οροφή, ανώτατο όριο, ...
  • deckel στα ελληνικά - καλύπτω, θήκη, συγκάλυψη, τραγιάσκα, απόκρυψη, σκέπασμα, εξετάζω, ...
  • deckenbeleuchtung στα ελληνικά - κάλυψης φωτισμού
  • deckend στα ελληνικά - που καλύπτουν, καλύπτουν, καλύπτοντας, καλύπτει, που καλύπτει
Τυχαίες λέξεις
Decken στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεραμίδι, καλύπτω, πλακάκι, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης