Der στα ελληνικά

Μετάφραση: der, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκλεισμός, ένας, αποκλείω, απαγόρευση, απαγορεύω, ένα, μία, ο, η, το, την, της
Der στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • deputiert στα ελληνικά - αναπληρώνεται, αντικατέστησε, αναπληρώνει
  • deputierte στα ελληνικά - αναπληρωτής, αναπληρωτή, ο αναπληρωτής, αντιπρόεδρος, αναπληρωτών
  • derart στα ελληνικά - τέτοιος, τόσος, κατά τέτοιο τρόπο, κατά τέτοιον τρόπο, με τέτοιο τρόπο, κατά τρόπο, κατά τρόπον
  • derartig στα ελληνικά - τέτοιος, τόσος, όπως, τέτοια, εν λόγω, τέτοιο
Τυχαίες λέξεις
Der στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκλεισμός, ένας, αποκλείω, απαγόρευση, απαγορεύω, ένα, μία, ο, η, το, την, της