Απαγόρευση στα γερμανικά
Μετάφραση: απαγόρευση, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hemmung, verbot, entzug, entziehung, der, verbieten, fluch, bann, Verbot, Verbots, ban
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαγόρευση
απαγόρευση κυκλοφορίας, απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, απαγόρευση ηλεκτρονικού τσιγάρου, απαγόρευση λατινικά, απαγόρευση συγκεντρώσεων, απαγόρευση λεξικό γλώσσας γερμανικά, απαγόρευση στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- απαγωγέας στα γερμανικά - entführer, Entführer, abductor, M. abductor, Entführers, Abduktor
- απαγωγή στα γερμανικά - entführung, menschenraub, entführend, Entführung, Abduktion, Entführungen, Entführungs
- απαθής στα γερμανικά - lax, apathisch, phlegmatisch, teilnahmslos, affektiert, apathischen, apathische, ...
- απαισιοδοξία στα γερμανικά - pessimismus, Pessimismus, pessimistisch, der Pessimismus
Τυχαίες λέξεις
Απαγόρευση στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: hemmung, verbot, entzug, entziehung, der, verbieten, fluch, bann, Verbot, Verbots, ban
Μεταφράσεις: hemmung, verbot, entzug, entziehung, der, verbieten, fluch, bann, Verbot, Verbots, ban