Destillieren στα ελληνικά
Μετάφραση: destillieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποσπώ, εκχύλισμα, απόσταξη, αποσταχθεί, αποσταχθούν, την απόσταξη, αποστάξει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- destille στα ελληνικά - ποτοποιείο, οινοπνευματοποιείο, αποστακτήριο, απόσταξης, αποστακτηρίου
- destillierbar στα ελληνικά - αποσταγμένο, απεσταγμένο, απόσταξη, αποστάζεται, αποσταγμένου
- destillierend στα ελληνικά - οινοπνευματοποιίας, απόσταξης, αποστάξεως, η απόσταξη, αποστάζει
- destilliert στα ελληνικά - αποσταγμένο, απεσταγμένο, απόσταξη, αποστάζεται, αποσταγμένου
Τυχαίες λέξεις
Destillieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποσπώ, εκχύλισμα, απόσταξη, αποσταχθεί, αποσταχθούν, την απόσταξη, αποστάξει
Μεταφράσεις: αποσπώ, εκχύλισμα, απόσταξη, αποσταχθεί, αποσταχθούν, την απόσταξη, αποστάξει