Λέξη: διαμέτρημα

Σχετικές λέξεις: διαμέτρημα

διαμέτρημα 28, διαμέτρημα 20, διαμέτρημα 36, διαμέτρημα όπλου, διαμέτρημα πυροβόλου, διαμέτρημα όπλων, διαμέτρημα g3, διαμέτρημα 36 ga, διαμέτρημα cal.36, διαμέτρημα σφαίρας

Συνώνυμα: διαμέτρημα

αξία, ικανότητα

Μεταφράσεις: διαμέτρημα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
calibre, caliber, bore, caliper, gauge, caliber of
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
calibre, calibre de, de calibre, del calibre, el calibre
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kaliber, Kaliber, Kalibers
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
carrure, calibre, acabit, de calibre, envergure, le calibre, calibres
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
calibro, di calibro, calibro di, il calibro, calibre
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
calibre, caliber, de calibre, calibres, do calibre
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kaliber, caliber, het kaliber, gehalte
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
калибр, значительность, диаметр, ручей, достоинство, масштаб, калибра, калибром, калибров
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kaliber, caliber, kaliberet
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kaliber, kalibern, calibre, caliber
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaliiperi, kaliiperin, caliber, kaliiperiltaan, laatu
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kaliber
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ráže, kalibr, ráži, kalibru, ráží
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kaliber, kalibru, calibre, caliber, kalibrowi
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
űrméret, kaliber, kaliberű, kaliberrel, kaliberét
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kalibre, calibre, kalibreli, kalibrelik, çaplı
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
значущість, достоїнство, значність, достойність, калібр, Калибр
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kalibër, kalibrit, të kalibrit, kalibrit të, kalibrin
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
калибър, калибъра, величина, калибров
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
калібр, калібар, калібра
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaliiber, kaliibriga, kaliibri, kvalifikatsiooniga, Caliber
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kalibar, kalibra, kalibarski, kalibara
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gæðum, kaliberið
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kalibras, kalibro, kalibruoja, kalibrą, calibre
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kalibrs, kalibru, kalibra, caliber
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
калибар, калибарот, со калибар, калибар од, со калибар од
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
calibru, calibrul, de calibru, calibrare, de calibrul
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ráže, caliber, kalibra, kaliber, kalibru, kalibrov
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kvalita, hodnota, ráže, kalibru, kaliber, kalibrom, raže
Τυχαίες λέξεις