Λέξη: ερείπια

Σχετικές λέξεις: ερείπια

ερείπια τάρλοου, ερείπια ντοκιμαντέρ, ερείπια αρχαίασ πόλησ κοντά στο χόρτο, ερείπια οροθετικές γυναίκες. το χρονικό μιας διαπόμπευσης, ερείπια σάρα κέιν, ερείπια κάστρου αρεόπολη, ερείπια θέατρο, ερείπια της ολύνθου, ερείπια ονειροκρίτης, ερείπια της πομπηίας

Συνώνυμα: ερείπια

ρημάδι, συντρίμμια, συντρίμματα, μπάζα

Μεταφράσεις: ερείπια

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
remains, ruins, ruins of, the ruins, remains of
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
restos, ruinas, las ruinas, ruinas de, ruinas del
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
leichnam, verbleibt, relikte, leiche, reste, überbleibsel, bleibt, überreste, Ruinen, Ruine, ...
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cadavre, détritus, débris, restes, reste, ruines, ruine, des ruines, les ruines, vestiges
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rovine, resti, ruderi, rovina, le rovine
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
morto, cadáver, defunto, ruínas, ruínas de, as ruínas, ruinas, ruins
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kreng, kadaver, lijk, ruïnes, ruines, ruïne, ruïnes, puin
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
останки, остаток, прах, руины, развалины, руин, остатки, развалин
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ruiner, ruinene, ruins
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ruiner, ruinerna, fördärvar, Tida ruiner
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tomu, ruumis, jäännökset, rauniot, raunioita, ruins, raunioiden, raunioina
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ruiner, ruinerne, ruins
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zbytek, pozůstatek, zřícenina, zříceniny, ruiny, zřicenina, trosky
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pozostałości, zwłoki, szczątki, resztki, ruiny, ruin, ruins, ruina, Czerep
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
romok, romjai, romjait, romokat, romokban
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ölü, ceset, kalıntılar, kalıntıları, harabeleri, ören, harabeler
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
остача, залишок, решта, руїни
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrënoja, rrënojat, rrënojat e, gërmadhat, rrenojat
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
руини, развалини, останки, руините, развалините
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
руіны
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
jäänused, varemed, varemetest, varemetes, varemete, varemeid
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ostatke, preostaje, ostataka, ostaci, ostaju, ruševine, ruševina, ruševinama, gradine
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
rústir, Rústirnar, tóftir, rústum, finna rústir
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lavonas, griuvėsiai, Ruiny, griuvėsių, griuvėsius
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
līķis, drupas, pilsdrupas, drupām, drupas no
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
трупот, урнатините, рушевините, урнатини, рушевини, остатоци
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cadavru, ruine, ruinele, ruină, ruina, ruinelor
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ruševine, razvaline, ruševin, ostanki, razvalin
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zrúcanina, zřícenina

Στατιστικά δημοτικότητας: ερείπια

Τυχαίες λέξεις