Diktierender στα ελληνικά
Μετάφραση: diktierender, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δικτάτορας, υπαγόρευσης, υπαγορεύει, υπαγόρευσης του, που υπαγορεύει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- diktierend στα ελληνικά - υπαγόρευσης, υπαγορεύει, υπαγόρευσης του, που υπαγορεύει
- diktierende στα ελληνικά - δικτάτορας, υπαγόρευσης, υπαγορεύει, υπαγόρευσης του, που υπαγορεύει
- diktiert στα ελληνικά - υπαγορεύεται, υπαγορεύονται, υπαγορεύει, που υπαγορεύονται, υπαγόρευσε
- diktierte στα ελληνικά - υπαγορεύεται, υπαγορεύονται, υπαγορεύει, που υπαγορεύονται, υπαγόρευσε
Τυχαίες λέξεις
Diktierender στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δικτάτορας, υπαγόρευσης, υπαγορεύει, υπαγόρευσης του, που υπαγορεύει
Μεταφράσεις: δικτάτορας, υπαγόρευσης, υπαγορεύει, υπαγόρευσης του, που υπαγορεύει