Diskriminierung στα ελληνικά
Μετάφραση: diskriminierung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάκριση, διακρίσεις, διακρίσεων, των διακρίσεων, διάκρισης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- diskrete στα ελληνικά - διακριτά, διακριτές, διακριτών, διακριτή, διακριτό
- diskretion στα ελληνικά - σωφροσύνη, εχεμύθεια, φινέτσα, περίσκεψη, λιχουδιά, διάκριση, λεπτότητα, ...
- diskriminierungen στα ελληνικά - διακρίσεις, διακρίσεων, των διακρίσεων, οι διακρίσεις, τις διακρίσεις
- diskurs στα ελληνικά - ομιλία, λόγου, λόγο, λόγος, συζήτηση
Τυχαίες λέξεις
Diskriminierung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάκριση, διακρίσεις, διακρίσεων, των διακρίσεων, διάκρισης
Μεταφράσεις: διάκριση, διακρίσεις, διακρίσεων, των διακρίσεων, διάκρισης