Effizient στα ελληνικά

Μετάφραση: effizient, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδοτικός, αποτελεσματικός, αποτελεσματική, αποδοτικό, αποτελεσματικό
Effizient στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ausritte στα ελληνικά - βόλτες, βόλτες με, rides, γύρους, βόλτα με
  • bewohnbare στα ελληνικά - κατοικήσιμος, Κατοικήσιμη, κατοικήσιμο, ενδιαιτήσεως, κατοικήσιμα
  • bimssteine στα ελληνικά - ελαφρόπετρα, Η ελαφρόπετρα, Κίσσηρης, Η κίσσηρη, Κίσσηρη
  • dröhnt στα ελληνικά - φράγματα, δοράτια, βραχίονες, βραχιόνων, πλωτά φράγματα
Τυχαίες λέξεις
Effizient στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδοτικός, αποτελεσματικός, αποτελεσματική, αποδοτικό, αποτελεσματικό