Eigennützig στα ελληνικά
Μετάφραση: eigennützig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδιοτελής, εγωιστής, εγωιστικός, εγωιστική, εγωιστικό, εγωιστές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atmete στα ελληνικά - αναπνοή, αναπνοής, αναπνευστική, την αναπνοή, στην αναπνοή
- backwaren στα ελληνικά - προϊόντων αρτοποιίας, αρτοποιίας ζαχαροπλαστικής ή μπισκοτοποιίας, αρτοσκευασμάτων, ειδών ζαχαροπλαστικής
- buchführer στα ελληνικά - λογιστής, ελεγκτής, οδηγοί, οδηγούς, οδηγών, τους οδηγούς, εγχειρίδια
- dacheindeckung στα ελληνικά - στέγη, οροφή, οροφής, στέγης, roof
Τυχαίες λέξεις
Eigennützig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδιοτελής, εγωιστής, εγωιστικός, εγωιστική, εγωιστικό, εγωιστές
Μεταφράσεις: ιδιοτελής, εγωιστής, εγωιστικός, εγωιστική, εγωιστικό, εγωιστές