Eingabe στα ελληνικά

Μετάφραση: eingabe, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταχώρηση, ταΐζω, μπαίνω, είσοδος, τροφοδοτώ, λήμμα, εισέρχομαι, σιτίζω, εισαγωγή, εισόδου, είσοδο, εισαγωγής, εισροών
Eingabe στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • annäherungen στα ελληνικά - proximities, γειτνιάσεων, εγγύτητες, γειτνιάσεις, εγγύτητας
  • bekanntenkreis στα ελληνικά - γνωριμία, τον κύκλο των γνωριμιών, κύκλο των γνωριμιών, κύκλο γνωριμιών, κύκλο του
  • bewahrer στα ελληνικά - συντηρητής, συντηρητικό, συντηρητή, συσκευή συντήρησης, διατηρητής
  • draufgängertum στα ελληνικά - αποκοτιά, νταηλίκι, Bravado, τα Bravado, παλικαριά, ψευτοπαλλικαριά
Τυχαίες λέξεις
Eingabe στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταχώρηση, ταΐζω, μπαίνω, είσοδος, τροφοδοτώ, λήμμα, εισέρχομαι, σιτίζω, εισαγωγή, εισόδου, είσοδο, εισαγωγής, εισροών