Einmischung στα ελληνικά
Μετάφραση: einmischung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρεμβολή, διαπλοκή, μεσολάβηση, παρέμβαση, παρεμβολές, παρεμβολών, παρεμβολής
Μεταφράσεις
- abte στα ελληνικά - ηγούμενος, Abbot, Ηγούμενο, ηγουμένου, Καθηγούμενος
- aufknöpfend στα ελληνικά - unbuttoning
- bob στα ελληνικά - αναπηδώ, βαρίδι, Μπομπ, ο Bob, τον Bob
- dezimierend στα ελληνικά - αποδεκατίζοντας, αποδεκατίζει, αποδεκατίζουν, τον αποδεκατισμό, αποδεκατίζει τις
Τυχαίες λέξεις
Einmischung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρεμβολή, διαπλοκή, μεσολάβηση, παρέμβαση, παρεμβολές, παρεμβολών, παρεμβολής
Μεταφράσεις: παρεμβολή, διαπλοκή, μεσολάβηση, παρέμβαση, παρεμβολές, παρεμβολών, παρεμβολής