Einschließlich στα ελληνικά

Μετάφραση: einschließlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιλαμβάνω, συμπεριλαμβάνω, συμπεριλαμβανομένου, Συνυπολογισμός, Συμπεριλαμβάνονται, Συμπεριλαμβανομένων, Περιλαμβάνονται
Einschließlich στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anteilig στα ελληνικά - μοιράζω, κλήρος, μοιράζομαι, ανάλογος, αναλογία, rata, αναλογικά
  • anziehung στα ελληνικά - θέαμα, έλξη, έφεση, τραβώ, έλξης, αξιοθέατο, το αξιοθέατο, ...
  • ausgemerzt στα ελληνικά - εξαλειφθούν, εξαλειφθεί, αποβάλλεται, εξαλείφονται, εξαλείφεται
  • dilettant στα ελληνικά - ερασιτέχνης, dilettante, ερασιτέχνες, ερασιτεχνική, ερασιτέχνη
Τυχαίες λέξεις
Einschließlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιλαμβάνω, συμπεριλαμβάνω, συμπεριλαμβανομένου, Συνυπολογισμός, Συμπεριλαμβάνονται, Συμπεριλαμβανομένων, Περιλαμβάνονται