Enthaltsam στα ελληνικά
Μετάφραση: enthaltsam, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκρατής, ήπειρος, φειδωλός, ασκητικός, λιτός, εγκρατείς, λιτές, abstemious
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abwasserleitung στα ελληνικά - υπόνομος, αποχέτευσης, υπονόμων, αποχέτευση, αποχετευτικό δίκτυο
- angeklagter στα ελληνικά - εναγόμενος, κατηγορούμενος, υπόδικος, unindicted
- ballonfahrerin στα ελληνικά - αεροναύτης, balloonist
- bruchgestein στα ελληνικά - χαλάσματα, μπάζα, πετρώματα, βράχια, βράχους, βράχοι, βράχων
Τυχαίες λέξεις
Enthaltsam στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκρατής, ήπειρος, φειδωλός, ασκητικός, λιτός, εγκρατείς, λιτές, abstemious
Μεταφράσεις: εγκρατής, ήπειρος, φειδωλός, ασκητικός, λιτός, εγκρατείς, λιτές, abstemious