Ασφάλιση στα αγγλικά
Μετάφραση: ασφάλιση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
insurance, security, assurance, securing, locking
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ασφάλιση
security
- ασφάλεια
- εγγύηση
- ασφάλιση
- μετοχή
- χρεόγραφο
- σιγουριά
- ασφάλιση
- ασφάλεια
Σχετικές λέξεις: ασφάλιση
ασφάλιση κατοικίας, ασφάλιση αυτοκινήτου, ασφάλιση πιστώσεων, ασφάλιση οαεε, ασφάλιση με εργόσημο, ασφάλιση λεξικό γλώσσας αγγλικά, ασφάλιση στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ασυνόδευτος στα αγγλικά - unattended, unaccompanied, an unaccompanied
- ασφάλεια στα αγγλικά - security, safety, insurance, safely, legal
- ασφαλής στα αγγλικά - secure, safe, safety, a safe, safely
- ασφαλίζω στα αγγλικά - underwrite, secure, insure, vouchsafe, moor, secure from
Τυχαίες λέξεις
Ασφάλιση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: insurance, security, assurance, securing, locking
Μεταφράσεις: insurance, security, assurance, securing, locking