Erweiterte στα ελληνικά

Μετάφραση: erweiterte, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προχωρημένος, Σύνθετη, Αναλυτική, Προχωρημένη, Προηγμένη, προχωρημένους
Erweiterte στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abstinent στα ελληνικά - ξηρός, στεγνός, εγκρατής, αποχή, αποχής, απείχαν, σε αποχή
  • armeen στα ελληνικά - Armeen
  • ballone στα ελληνικά - μπαλόνια, αερόστατα, μπαλονιών, τα μπαλόνια, Balloons
  • durchdringbar στα ελληνικά - διαπερατός, διαπερατό, διαπερατή, διαπερατό από, διαπερατά
Τυχαίες λέξεις
Erweiterte στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προχωρημένος, Σύνθετη, Αναλυτική, Προχωρημένη, Προηγμένη, προχωρημένους