Evakuieren στα ελληνικά
Μετάφραση: evakuieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκενώνω, εκκενώσουν, εκκενώσει, εκκένωση, εκκενώνουν, εκκενωθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anschwellend στα ελληνικά - φλεγμονή, πρήξιμο, οίδημα, διόγκωση, διόγκωσης, διογκώσεως
- behauptung στα ελληνικά - κατάσταση, δήλωση, ισχυρισμός, ισχυρισμό, τον ισχυρισμό, ισχυρισμού, ο ισχυρισμός
- bestätigungen στα ελληνικά - επιβεβαιώσεις, δηλώσεις, διαβεβαιώσεις, τις επιβεβαιώσεις, διαβεβαιώσεων
- brücke στα ελληνικά - ιπποτροφείο, χαλί, γεφυρώνω, καρφί, σπιθαμή, κουμπί, γέφυρα, ...
Τυχαίες λέξεις
Evakuieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκενώνω, εκκενώσουν, εκκενώσει, εκκένωση, εκκενώνουν, εκκενωθεί
Μεταφράσεις: εκκενώνω, εκκενώσουν, εκκενώσει, εκκένωση, εκκενώνουν, εκκενωθεί