Λέξη: χαλκός

Σχετικές λέξεις: χαλκός

χαλκός τροφές, χαλκός τιμή κιλού, χαλκός διατροφή, χαλκός ένα μέταλλο που αφανίζει όλα τα μικρόβια, χαλκός κύπρος, χαλκός τιμή, χαλκός στα φυτά, χαλκός και υγεία, χαλκός ορείχαλκος, χαλκός ελιά

Συνώνυμα: χαλκός

αστυνομικός, δεκάρα, μπάτσος, χάλκινο νόμισμα

Μεταφράσεις: χαλκός

χαλκός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
copper, of copper, bronze, copper is, cuprous

χαλκός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cobre, de cobre, el cobre, del cobre, cobre de

χαλκός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kupfer, kupfermünze, Kupfer, Kupfer-

χαλκός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cuivre, flic, de cuivre, le cuivre, du cuivre, en cuivre

χαλκός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rame, di rame, in rame, il rame, del rame

χαλκός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cobre, de cobre, o cobre, do cobre

χαλκός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
koper, roodkoperen, koperen, roodkoper, van koper, koper-

χαλκός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
полисмен, котел, медь, меди, медный, медной, медно

χαλκός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kobber, kopper, copper

χαλκός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
koppar, kopparstick, av koppar, koppar-

χαλκός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vaski, kattila, kupari, kuparin, kuparia, kupari-, kuparista

χαλκός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kobber, af kobber, kobber-

χαλκός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
policajt, měď, mědi, měděné, měděný, měděná

χαλκός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
miedź, miedziak, gliniarz, miedziany, miedzi, miedzianych, miedziane

χαλκός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rézpénzdarab, rézedény, garas, hekus, réz, rézüst, a réz, rézből, rezet

χαλκός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bakır

χαλκός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мідний, мідяний, полісмен, мідь, медь

χαλκός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bakri, bakër, bakrit, të bakrit, Copper

χαλκός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
медник, мед, меден, медни, медна, медта

χαλκός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
медзь

χαλκός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vasest, vaskmünt, vask, vase, vaske, vask-

χαλκός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bakar, kotao, bakra, bakrena, bakreni, bakrene

χαλκός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kopar, kopars

χαλκός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
varis, vario, varinių, varinis, variniai

χαλκός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
varš, vara, copper, varu, kapara

χαλκός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бакар, бакарни, бакарот, бакарна, меч

χαλκός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
aram, cupru, de cupru, cuprului, din cupru, cuprul

χαλκός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
baker, bakra, bakrene, bakrena, bakreno

χαλκός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
meď, medi, med

Στατιστικά δημοτικότητας: χαλκός

Τυχαίες λέξεις