Fügsam στα ελληνικά
Μετάφραση: fügsam, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευλύγιστος, εύκαμπτος, πειθήνιος, προς, υπάκουος, υπάκουο, υπάκουα, πειθήνια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anhängen στα ελληνικά - εμμονή, αποδίδουν, επισυνάψετε, συνδέστε, επισυνάπτει, συνδέσετε
- beschwerden στα ελληνικά - ταλαιπωρία, δυσφορία, ενόχληση, δυσφορίας, ενοχλήσεις
- buchrücken στα ελληνικά - αγκάθι, σπονδυλική στήλη, σπονδυλικής στήλης, της σπονδυλικής στήλης, ράχη, σπονδυλικής
- charakterlos στα ελληνικά - αδίστακτος, χωρίς αρχές, ασυνείδητη, ασυνείδητοι, ανήθικων
Τυχαίες λέξεις
Fügsam στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευλύγιστος, εύκαμπτος, πειθήνιος, προς, υπάκουος, υπάκουο, υπάκουα, πειθήνια
Μεταφράσεις: ευλύγιστος, εύκαμπτος, πειθήνιος, προς, υπάκουος, υπάκουο, υπάκουα, πειθήνια