Füllend στα ελληνικά
Μετάφραση: füllend, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χορταστικός, γέμισμα, σφράγισμα, πλήρωση, πλήρωσης, πληρώσεως, γέμιση
Μεταφράσεις
- anschlaghammer στα ελληνικά - σφυροκοπώ, στάση, stop, στοπ, στάση του, διακοπής
- aufwallung στα ελληνικά - ξέσπασμα, έκρηξη, το ξέσπασμα, ξεσπάσματος, ξέσπασμά
- ausstellungen στα ελληνικά - εκθέσεις, εκθέσεων, τις εκθέσεις
- diskutabel στα ελληνικά - συζητήσιμος, αμφισβητήσιμος, συζητήσιμο, αμφισβητήσιμη, συζητήσιμη
Τυχαίες λέξεις
Füllend στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χορταστικός, γέμισμα, σφράγισμα, πλήρωση, πλήρωσης, πληρώσεως, γέμιση
Μεταφράσεις: χορταστικός, γέμισμα, σφράγισμα, πλήρωση, πλήρωσης, πληρώσεως, γέμιση