Λέξη: καθιστώ

Σχετικές λέξεις: καθιστώ

καθιστώ αόριστοσ, καθιστώ κατέστησα, καθιστώ χωλόν, καθιστώ αγγλικά, καθιστώ ικανό, καθιστώ συνώνυμο, καθιστώ κλίση, καθιστώ σημασια, καθιστώ μεταφραση, καθιστώ translate

Συνώνυμα: καθιστώ

τοποθετώ, θέτω, γεννώ, κάνω, κατασκευάζω, συνθέτω, πλάθω, φθάνω, ανταποδίδω, προσφέρω

Μεταφράσεις: καθιστώ

καθιστώ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
render, widow

καθιστώ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hacer, prestar, render, rinden, rinda

καθιστώ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
übersetzen, übergeben, zustellen, darstellen, bieten, zurückgeben, liefern, machen, Render, rendern, leisten

καθιστώ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
représenter, rendre, munir, traduire, ficher, fournir, procurer, approvisionner, tracer, distribuer, figurer, dépeindre, présenter, rendu, de rendre, rend, rendent

καθιστώ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
contraccambiare, ricambiare, rendere, restituire, tributare, rappresentare, rendering, render, rendono, renda

καθιστώ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fornecer, prover, abastecer, pôr, tornar, remunerar, suprir, renda, render, prestar, rendem, renderizar

καθιστώ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
reproduceren, weergeven, bevoorraden, verschaffen, vertolken, vertalen, overzetten, maken, spekken, verstrekken, provianderen, geven, bewijzen, render

καθιστώ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
оплата, предоставлять, воздавать, оказывать, конкретизировать, оказать, воздать, дать, предоставить, надавать, сделать, визуализации, оказывают

καθιστώ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gjengi, gjøre, gjør, gi, yte

καθιστώ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
göra, render, gör, framför, återge

καθιστώ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
luovuttaa, kääntää, kuvata, hankkia, esittää, tehdä, renderöinti, render, tekevät, tee

καθιστώ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gøre, gør, yde, gengive, gøre det

καθιστώ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
provést, oplatit, konat, vydat, vylíčit, zobrazovat, vrátit, vykonat, dávat, zobrazit, skýtat, učinit, přeložit, překládat, poskytnout, činí, render, vykreslování, vykreslení

καθιστώ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sprawić, sprawianie, przedstawiać, odtwarzanie, wyrządzić, wyrządzanie, okazanie, tłumaczenie, uskuteczniać, zrobić, wyraz, świadczyć, robić, przedstawić, oddawanie, zaprawiać, oddać, renderowania, renderowanie, uczynić, czyni

καθιστώ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
render, teszi, teszik, tehetik, tétele

καθιστώ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kılmak, hale, işlemek, oluşturmak, vermek

καθιστώ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розщеплювати, відриватися, розколювати, роздирати, надавати, чинити, робити, надаватиме, надаватимуть

καθιστώ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
suvatoj, luaj rolë, bëjnë, të bëjnë, të merr

καθιστώ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
превеждам, направи, правят, оказва, оказват, прави

καθιστώ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
перевадзiць, аказваць, рабіць

καθιστώ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
muutma, tegema, andma, eelisostuõigus, muuta, muuda, muudavad

καθιστώ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prikazati, učiniti, pružiti, topiti, iskazati, donijeti, uzvratiti, čine

καθιστώ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bakið, gera, láta, veita, láta verða

καθιστώ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
padaryti, teikti, tapti, teikia, taptų

καθιστώ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tulkot, apgādāt, padarīt, padarītu, padara, sniegt, apmetuma

καθιστώ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
направат, направи, прават, даде, го направи

καθιστώ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
furniza, face, facă, fac, reda, randare

καθιστώ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
postanejo, postane, onemogočijo, postala, postal

καθιστώ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
poskytnúť, poskytovať, zabezpečiť, poskytnutie, udeliť
Τυχαίες λέξεις