Fahrlässigkeit στα ελληνικά
Μετάφραση: fahrlässigkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμέλεια, αμελώ, αμέλειας, αμελείας, αμελειών, αμέλεια εκ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgeschrägt στα ελληνικά - λοξοκομμένη, λοξότμητο, λοξοτομείται, πλαγιοτομές, λοξοτομημένο
- ausgeschimpft στα ελληνικά - επέπληξε, scolded, πειράξει ποτέ, μάλωσε, κατσάδιασε
- dioden-löschglied στα ελληνικά - δίοδος, δίοδο, διόδου, διόδων, της διόδου
- dom στα ελληνικά - αψίδα, καμάρα, τρούλος, καθεδρικός ναός, καθεδρικός, καθεδρικό ναό, καθεδρικού ναού, ...
Τυχαίες λέξεις
Fahrlässigkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμέλεια, αμελώ, αμέλειας, αμελείας, αμελειών, αμέλεια εκ
Μεταφράσεις: αμέλεια, αμελώ, αμέλειας, αμελείας, αμελειών, αμέλεια εκ