Fehlerhaft στα ελληνικά

Μετάφραση: fehlerhaft, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελαττωματικός, ελλειπτικός, λάθος, εσφαλμένος, ελαττωματικό, ελαττωματική, ελαττωματικά, ελαττωματικών
Fehlerhaft στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abhängig στα ελληνικά - εξαρτώμαι, εξαρτώμενος, εξαρτώνται, εξαρτάται από, εξαρτώνται από, εξαρτώμενη
  • antragsberechtigung στα ελληνικά - αιτούσα αρχή, αιτούσας αρχής, αιτούσης αρχής, αιτούσα αρχή για
  • aufhebungen στα ελληνικά - Καταργήσεις, Καταργούμενες διατάξεις, Κατάργηση οδηγιών, Καταργήσεις Οι, Καταργούμενες
  • bratschen στα ελληνικά - βιόλες, violas, τις βιόλες
Τυχαίες λέξεις
Fehlerhaft στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελαττωματικός, ελλειπτικός, λάθος, εσφαλμένος, ελαττωματικό, ελαττωματική, ελαττωματικά, ελαττωματικών