Feuer στα ελληνικά
Μετάφραση: feuer, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάμψη, φωτιά, πυρκαγιά, πυρακτώνομαι, απολύω, φεγγοβολώ, θάρρος, εμπάθεια, πυροβολώ, Fire, Πυροσβεστική, Φωτιάς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufwärmend στα ελληνικά - προθέρμανση, ζέσταμα, την προθέρμανση, προθέρμανσης, προθερμαίνεται
- auslaufen στα ελληνικά - διαρροή, διαφυγή, εξαντληθεί, εξαντληθούν, ξεμείνει, ξεμείνει από, τρέξει έξω
- creme στα ελληνικά - κρέμα, κρέμας, κρέμα γάλακτος, κρέμας γάλακτος, κρεμ
- deismus στα ελληνικά - Ντεϊσμός, ντεϊσμού, ντεϊσμό, θεϊσμό, ο ντεϊσμός
Τυχαίες λέξεις
Feuer στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάμψη, φωτιά, πυρκαγιά, πυρακτώνομαι, απολύω, φεγγοβολώ, θάρρος, εμπάθεια, πυροβολώ, Fire, Πυροσβεστική, Φωτιάς
Μεταφράσεις: λάμψη, φωτιά, πυρκαγιά, πυρακτώνομαι, απολύω, φεγγοβολώ, θάρρος, εμπάθεια, πυροβολώ, Fire, Πυροσβεστική, Φωτιάς