Früh στα ελληνικά

Μετάφραση: früh, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομος, σύντομα, νωρίς, αρχές του, πρόωρη, πρόωρης, στις αρχές
Früh στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ablagerung στα ελληνικά - ίζημα, ιλύς, κατακάθι, προσχώνω, επισπεύδω, υπόλοιπο, επαναθέτω, ...
  • anfreundend στα ελληνικά - chumming
  • angehoben στα ελληνικά - έθεσε, ανέκυψαν, προέβαλε, αυξηθεί, εγείρει
  • chronische στα ελληνικά - χρόνιος, χρόνιας, χρόνιες, χρόνιων, χρόνιο
Τυχαίες λέξεις
Früh στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομος, σύντομα, νωρίς, αρχές του, πρόωρη, πρόωρης, στις αρχές