Funktionsgemäß στα ελληνικά
Μετάφραση: funktionsgemäß, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λειτουργικός, λειτουργικά, λειτουργικώς, λειτουργική, λειτουργικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgewählte στα ελληνικά - μη επιλεγμένο, μη επιλεγμένων, μη επιλεγμένα, μη επιλεγμένους, μη επιλεγμένες
- auffassung στα ελληνικά - έννοια, άποψη, σύλληψη, αντίληψη, ιδέα, θέα, ενόψει, ...
- deck στα ελληνικά - κατάστρωμα, καταστρώματος, τράπουλα, γέφυρα, θάλαμο
Τυχαίες λέξεις
Funktionsgemäß στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λειτουργικός, λειτουργικά, λειτουργικώς, λειτουργική, λειτουργικό
Μεταφράσεις: λειτουργικός, λειτουργικά, λειτουργικώς, λειτουργική, λειτουργικό