Λειτουργικός στα γερμανικά

Μετάφραση: λειτουργικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
funktionsfähig, funktionsgemäß, betrieblich, funktionstüchtig, operativ, Funktions-, funktional, funktionell, zweckmäßig
Λειτουργικός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λειτουργικός

λειτουργικός γραμματισμός, λειτουργικός κύκλος, λειτουργικός αναλφαβητισμός, λειτουργικός προγραμματισμός, λειτουργικός αναλφαβητισμός ορισμος, λειτουργικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, λειτουργικός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • λειαίνω στα γερμανικά - planieren, planish
  • λειτουργία στα γερμανικά - einsatz, unterroutine, arbeitsgang, aufgabe, tätigkeit, arbeiten, arbeitsablauf, ...
  • λειτουργώ στα γερμανικά - betätigen, unterroutine, betreibt, feierlichkeit, funktion, unterprogramm, zweck, ...
  • λειχήνες στα γερμανικά - flechte, Flechten, Lichens
Τυχαίες λέξεις
Λειτουργικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: funktionsfähig, funktionsgemäß, betrieblich, funktionstüchtig, operativ, Funktions-, funktional, funktionell, zweckmäßig