Geteilt στα ελληνικά
Μετάφραση: geteilt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διχοτομία, μοιρασμένος, μοίρα, κοινός, μοιράζω, διαιρείται, διαιρούμενο, διαιρεμένο, χωρίζεται, διαιρούνται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arbeitsleute στα ελληνικά - οι άνθρωποι, άνθρωποι, άτομα, ανθρώπους, ανθρώπων
- banknote στα ελληνικά - ράμφος, σημειώνω, λογαριασμός, σημείωση, νομοσχέδιο, λογαριασμό, λογαριασμού, ...
- brummspannung στα ελληνικά - κυματισμός, κελαρύζω, κυμάτισμα, βουητό, Hum, βόμβου, βόμβο, ...
Τυχαίες λέξεις
Geteilt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διχοτομία, μοιρασμένος, μοίρα, κοινός, μοιράζω, διαιρείται, διαιρούμενο, διαιρεμένο, χωρίζεται, διαιρούνται
Μεταφράσεις: διχοτομία, μοιρασμένος, μοίρα, κοινός, μοιράζω, διαιρείται, διαιρούμενο, διαιρεμένο, χωρίζεται, διαιρούνται