Getrennt στα ελληνικά
Μετάφραση: getrennt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεχωριστός, απομονωμένος, χωριστός, διχοτομία, μοιράζω, ιδιαίτερος, μοίρα, χωρίζω, χωριστά, διαχωρίζεται, διαχωρίζονται, χωρίζονται, διαχωριστούν, διαχωριστεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- allianz στα ελληνικά - συνασπισμός, συμμαχία, Συμμαχίας, Alliance, της Συμμαχίας, τη συμμαχία
- blaustrumpf στα ελληνικά - γυναίκα διανοούμενη, λόγια γυνή, διανοούμενη
- daune στα ελληνικά - κάτω, πούπουλο, προβλέπονται, προβλέπεται, καθορίζονται, καθορισμό
- disponiert στα ελληνικά - προγραμματιστεί, προγραμματισμένες, έχει προγραμματιστεί, προγραμματισμένη, προγραμματισμένα
Τυχαίες λέξεις
Getrennt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεχωριστός, απομονωμένος, χωριστός, διχοτομία, μοιράζω, ιδιαίτερος, μοίρα, χωρίζω, χωριστά, διαχωρίζεται, διαχωρίζονται, χωρίζονται, διαχωριστούν, διαχωριστεί
Μεταφράσεις: ξεχωριστός, απομονωμένος, χωριστός, διχοτομία, μοιράζω, ιδιαίτερος, μοίρα, χωρίζω, χωριστά, διαχωρίζεται, διαχωρίζονται, χωρίζονται, διαχωριστούν, διαχωριστεί