Λέξη: μάγισσα

Σχετικές λέξεις: μάγισσα

μάγισσα θεσσαλονίκη, μάγισσα μανούλα, μάγισσα κίρκη, μάγισσα (νισιγμα) - stavento stixoi, μάγισσα κλοκλό, μάγισσα φρικαντέλα, μάγισσα νισιγμα, μάγισσα φούρκα, μάγισσα για μία μέρα, μάγισσα της agnesi

Συνώνυμα: μάγισσα

γριά, στρίγγλα

Μεταφράσεις: μάγισσα

μάγισσα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
witch, sorceress, a witch, witch by

μάγισσα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hechicera, bruja, la bruja, brujas, de brujas, bruja de

μάγισσα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hexe, verzaubern, rotzunge, Hexe, Hexen, witch

μάγισσα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chipie, sorcière, sorcières, witch, sorcier, aux sorcières

μάγισσα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
strega, fattucchiera, streghe, witch, della strega, alle streghe

μάγισσα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sagacidade, bruxa, feiticeira, da bruxa, witch, bruxas

μάγισσα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kol, heks, heksen, witch, heks van, De heks

μάγισσα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ведьма, гадалка, ведьмы, ведьм, ведьмой, колдунья

μάγισσα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
trollkjerring, heks, Witch, heksen, hekse, troll

μάγισσα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
häxa, Witch, häxan, troll

μάγισσα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
rumilus, noita-akka, eukko, loitsia, taikoa, noita, witch, mustaeväkampela, noidan

μάγισσα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
heks, heksen, witch, skærising

μάγισσα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kouzelnice, čarodějnice, ježibaba, čarodějka, witch, čarodějnici

μάγισσα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
czarownica, wiedźma, jędza, witch, szkarłacica, czarownicą

μάγισσα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
boszorkány, witch, boszorkányt, boszorka

μάγισσα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cadı, Witch, the Witch, bir cadı, büyücü

μάγισσα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розум, відьма, Ведьма

μάγισσα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
magjistare, shtrigë, shtrigash, magjistare te, magjistar

μάγισσα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вещица, вещици, на вещици, вещицата

μάγισσα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ведзьма, Ведьма, вядзьмарка

μάγισσα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
aru, nõid, Witch, nõia, pikklest

μάγισσα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vračara, vještica, Witch, vještice, vjestica, na vještice

μάγισσα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
norn, Witch, nornin

μάγισσα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ragana, Witch, raganos, raganų, plekšnė

μάγισσα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ragana, Witch, raganu, plekste, sarkanās plekstes

μάγισσα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вештерка, вештерки, вештерката, на вештерки, вештица

μάγισσα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vrăjitoare, vrajitoare, de vrăjitoare, witch

μάγισσα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
čarovnica, witch, čarovnice, sivega jezika, sivega

μάγισσα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bosorka, čarodejnice, čarodejnica, čarodějnice

Στατιστικά δημοτικότητας: μάγισσα

Τυχαίες λέξεις