Gewalt στα ελληνικά
Μετάφραση: gewalt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαναγκάζω, βία, δύναμη, ρώμη, εξουσία, κύρος, βίας, της βίας, τη βία, η βία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abberufung στα ελληνικά - θυμάμαι, ανάκληση, ανάκλησης, ανάκλησή, απόσυρση, ανάκλησή του
- bohrhammer στα ελληνικά - σφυρί, σφύρα, σφύρας, σφυριού, το σφυρί
- der στα ελληνικά - αποκλεισμός, ένας, αποκλείω, απαγόρευση, απαγορεύω, ένα, μία, ...
- disputation στα ελληνικά - συζήτηση, αντιλογία, λογομαχία, διενέξεως, φιλονικία
Τυχαίες λέξεις
Gewalt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαναγκάζω, βία, δύναμη, ρώμη, εξουσία, κύρος, βίας, της βίας, τη βία, η βία
Μεταφράσεις: εξαναγκάζω, βία, δύναμη, ρώμη, εξουσία, κύρος, βίας, της βίας, τη βία, η βία