Gewellte στα ελληνικά
Μετάφραση: gewellte, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατσαρός, σγουρός, κυματοειδής, κυματοειδές, κυματοειδή, κυματοειδούς, αυλακωτό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adsorption στα ελληνικά - προσρόφηση, προσρόφησης, απορρόφηση, προσροφήσεως, απορρόφησης
- chemikalie στα ελληνικά - χημικός, χημική ουσία, χημική, χημικών, χημικές
- diagonal στα ελληνικά - διαγώνιος, διαγώνια, διαγώνιο, διαγωνίου, διαγώνιες
- docht στα ελληνικά - θρυαλλίδα, φιτίλι, φυτίλι, θρυαλλίδας, φυτιλιού
Τυχαίες λέξεις
Gewellte στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατσαρός, σγουρός, κυματοειδής, κυματοειδές, κυματοειδή, κυματοειδούς, αυλακωτό
Μεταφράσεις: κατσαρός, σγουρός, κυματοειδής, κυματοειδές, κυματοειδή, κυματοειδούς, αυλακωτό