Gewirbel στα ελληνικά

Μετάφραση: gewirbel, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στροβιλίζομαι, δίνη, στροβιλίζεται, στροβίλισμα, whirling, στροβιλίζονται, στροβιλισμού
Gewirbel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arbeitsame στα ελληνικά - εργατικός, Εργατικοί, εργατικούς, εργατικές, δραστήριο
  • athletische στα ελληνικά - αθλητικός, αθλητικές, αθλητικό, αθλητική, αθλητικά
  • aus στα ελληνικά - από, πάνω, μακριά, έξω, τελείωσε, από την, από το, ...
  • biedermeiersträußchen στα ελληνικά - Biedermeiersträußchen
Τυχαίες λέξεις
Gewirbel στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στροβιλίζομαι, δίνη, στροβιλίζεται, στροβίλισμα, whirling, στροβιλίζονται, στροβιλισμού