Gießend στα ελληνικά

Μετάφραση: gießend, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλάσιμο, Ρίχνει, Χύνοντας, εμφιάλωση, την εμφιάλωση, Χύνει
Gießend στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ablieferung στα ελληνικά - παράδοση, παραλαβή, διανομή, παράδοσης, παροχής, παροχή
  • aufbäumend στα ελληνικά - σούζας
  • bedingungslose στα ελληνικά - άνευ όρων, ανεπιφύλακτη, χωρίς όρους, ανεπιφύλακτο, ανεπιφύλακτες
  • buchbinder στα ελληνικά - βιβλιοδέτης, βιβλιοδέτη, βιβλιοδετείο
Τυχαίες λέξεις
Gießend στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλάσιμο, Ρίχνει, Χύνοντας, εμφιάλωση, την εμφιάλωση, Χύνει