Glühend στα ελληνικά

Μετάφραση: glühend, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καυτερός, φλογισμένος, λαμπερός, λαμπερό, ανάβει, καμμένος, λαμπερή
Glühend στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • agiert στα ελληνικά - πράξεις, πράξεων, πράξεις που, ενέργειες, πράξεων που
  • andächtige στα ελληνικά - λατρευτικό, λατρευτικά, λατρευτικές, λατρευτική, λατρευτικών
  • beschwörend στα ελληνικά - ικετευτικά, παρακλητά
  • dezernat στα ελληνικά - τμήμα, υπηρεσία, Τμήματος, Υπουργείο, Τομέας
Τυχαίες λέξεις
Glühend στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καυτερός, φλογισμένος, λαμπερός, λαμπερό, ανάβει, καμμένος, λαμπερή