Φλογισμένος στα γερμανικά
Μετάφραση: φλογισμένος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
glühend, wund, Hals, wunden, wunde, wunder
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φλογισμένος
φλογισμένος λεξικό γλώσσας γερμανικά, φλογισμένος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- φλογερά στα γερμανικά - heftig, vehement, heiß, leidenschaftlich, feurig, eifrig, inbrünstig
- φλογερός στα γερμανικά - begeistert, sehnlich, heiß, inbrünstig, leidenschaftlich, feurig, feurigen, ...
- φλοιός στα γερμανικά - kläffen, baumrinde, borke, bellen, rinde, Rinde, Borke, ...
- φλομώνω στα γερμανικά - drosselspule, würgen, verstopfen, drossel, ersticken, flomono
Τυχαίες λέξεις
Φλογισμένος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: glühend, wund, Hals, wunden, wunde, wunder
Μεταφράσεις: glühend, wund, Hals, wunden, wunde, wunder