Graben στα ελληνικά
Μετάφραση: graben, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τάφρος, χαντάκι, χαράκωμα, σκάβω, ανασκαφή, σκάβουν, dig, σκάψει
Μεταφράσεις
- abfuhr στα ελληνικά - άμαξα, μετάθεση, εξάλειψη, βαγόνι, αφαίρεση, μετακίνηση, απομάκρυνση, ...
- anlauf στα ελληνικά - αρχή, εκκίνηση, ξεκίνημα, έναρξη, έναρξης
- bewachung στα ελληνικά - κηδεμονία, φύλαξη, κράτηση, φρούρηση, φύλαξης, τη φύλαξη, φύλαγε
- brandmale στα ελληνικά - αρσενικό, αρσενικά, αρσενικών, αρσενικού, ανδρική
Τυχαίες λέξεις
Graben στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τάφρος, χαντάκι, χαράκωμα, σκάβω, ανασκαφή, σκάβουν, dig, σκάψει
Μεταφράσεις: τάφρος, χαντάκι, χαράκωμα, σκάβω, ανασκαφή, σκάβουν, dig, σκάψει