Griffigkeit στα ελληνικά

Μετάφραση: griffigkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαβή, κράτημα, πιάνω, πιάσιμο, πρόσφυση, λαβής
Griffigkeit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ausnahmeerscheinung στα ελληνικά - εξαιρετικό φαινόμενο, εξαιρετικό προνόμιο, σπουδαίο φαινόμενο, ιδιαίτερα έκτακτο γεγονός, σπουδαίο φαινόμενο ως
  • bedauernde στα ελληνικά - μετανοιωμένος, περίλυπος, θλιμμένος, μετανιωμένη, μετανιωμένος
  • beifallspender στα ελληνικά - ζήτω, ζητωκραυγές, επευφημίες, ευθυμίες, χαμόγελα
  • diapositive στα ελληνικά - διαφανειών
Τυχαίες λέξεις
Griffigkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαβή, κράτημα, πιάνω, πιάσιμο, πρόσφυση, λαβής