Gucken στα ελληνικά

Μετάφραση: gucken, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βλέμμα, εμφάνιση, κοιτάζω, φαίνομαι, ρολόι, παρακολουθώ, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε
Gucken στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • agrarisch στα ελληνικά - αγροτικός, αγροτική, αγροτικό, αγροτικής, αγροτικών
  • bevorstehend στα ελληνικά - επικείμενος, προς, προσεχής, προσεχή, επικείμενη, προσεχούς, προσεχείς
  • bezeichne στα ελληνικά - υποδηλώσει, υποδηλώνουν, δηλώνουν, σημαίνουν, χαρακτηρίζει
  • drehmomentgeregelt στα ελληνικά - ελεγχόμενη, ελέγχεται, ελέγχονται, ελεγχόμενες, ελεγχόμενης
Τυχαίες λέξεις
Gucken στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βλέμμα, εμφάνιση, κοιτάζω, φαίνομαι, ρολόι, παρακολουθώ, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε