Hängt στα ελληνικά
Μετάφραση: hängt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γαμψός, εξαρτάται, εξαρτάται από, εξαρτώνται, εξαρτάται σε, εξαρτώνται από
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absperrung στα ελληνικά - μπάρα, εμπόδιο, φράγμα, φραγμός, φραγμού, φραγμό, φράγματος
- akademiker στα ελληνικά - ακαδημαϊκός, ακαδημαϊκό, ακαδημαϊκή, ακαδημαϊκών, ακαδημαϊκά
- behandelte στα ελληνικά - επεξεργασία, θεραπεία, αντιμετωπίζονται, αγωγή, αντιμετωπίζεται
- defilierte στα ελληνικά - μόλυναν, μιανθεί, βεβηλώνεται, μόλυναν τα, μιαροί
Τυχαίες λέξεις
Hängt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γαμψός, εξαρτάται, εξαρτάται από, εξαρτώνται, εξαρτάται σε, εξαρτώνται από
Μεταφράσεις: γαμψός, εξαρτάται, εξαρτάται από, εξαρτώνται, εξαρτάται σε, εξαρτώνται από