Halt στα ελληνικά

Μετάφραση: halt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μένω, σταματώ, πιάνω, κράτημα, καταψύχω, παγώνω, κρουσταλλιάζω, κρατώ, λαβή, αμπάρι, μόλις, απλώς, μόνο, ακριβώς, απλά
Halt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anklingende στα ελληνικά - αρμονική, αρμονικής, αρμονικό, την αρμονική, αρμονικές
  • attribute στα ελληνικά - Χαρακτηριστικό, ιδιότητα, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
  • bejahend στα ελληνικά - καταφατικός, καταφατική, καταφατικά, καταφατικής, θετική, καταφατική απάντηση
Τυχαίες λέξεις
Halt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μένω, σταματώ, πιάνω, κράτημα, καταψύχω, παγώνω, κρουσταλλιάζω, κρατώ, λαβή, αμπάρι, μόλις, απλώς, μόνο, ακριβώς, απλά