Handwerk στα ελληνικά
Μετάφραση: handwerk, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτήδευμα, επάγγελμα, σκάφος, εμπόριο, τέχνη, τα σκάφη, βιοτεχνίας, βιοτεχνικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absetzung στα ελληνικά - μετατόπιση, εκτόπισμα, έκπτωση, κατάθεση, εναπόθεση, απόθεση, εναπόθεσης, ...
- brustamputation στα ελληνικά - μαστεκτομή, από μαστεκτομή, Μαστεκτομής, τη μαστεκτομή, η μαστεκτομή
- durcheinander στα ελληνικά - ανακατεύω, χάος, κυκεώνας, ακαταστασία, παραζάλη, σύγχυση, συγχέω, ...
Τυχαίες λέξεις
Handwerk στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτήδευμα, επάγγελμα, σκάφος, εμπόριο, τέχνη, τα σκάφη, βιοτεχνίας, βιοτεχνικές
Μεταφράσεις: επιτήδευμα, επάγγελμα, σκάφος, εμπόριο, τέχνη, τα σκάφη, βιοτεχνίας, βιοτεχνικές