Heuboden στα ελληνικά
Μετάφραση: heuboden, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θερίζω, χορταποθήκη, αχυρώνα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- andächtige στα ελληνικά - λατρευτικό, λατρευτικά, λατρευτικές, λατρευτική, λατρευτικών
- aussichtspunkt στα ελληνικά - άποψη, σκοπιά, την άποψη, απόψεως, οπτική γωνία
- benachteiligend στα ελληνικά - διακρίσεις, διακρίσεων, εισάγουν διακρίσεις, εισάγει διακρίσεις, διακριτική
- beton στα ελληνικά - μπετόν, μπετό, συγκεκριμένος, σκυρόδεμα, σκυροδέματος, συγκεκριμένα, συγκεκριμένες, ...
Τυχαίες λέξεις
Heuboden στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θερίζω, χορταποθήκη, αχυρώνα
Μεταφράσεις: θερίζω, χορταποθήκη, αχυρώνα