Homosexuell στα ελληνικά

Μετάφραση: homosexuell, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύθυμος, φαιδρός, ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, gay, Φιλικό προς τους, γκέι, Φιλικό προς
Homosexuell στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anlage στα ελληνικά - ευκολία, εργοστάσιο, κατασκευή, διευθέτηση, διακανονισμός, ευχέρεια, σύλληψη, ...
  • begleicht στα ελληνικά - εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
  • beheizt στα ελληνικά - σφοδρός, βίαιος, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται
  • diktatur στα ελληνικά - τυραννία, δικτατορία, δικτατορίας, δικτατορία του, τη δικτατορία, της δικτατορίας
Τυχαίες λέξεις
Homosexuell στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύθυμος, φαιδρός, ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, gay, Φιλικό προς τους, γκέι, Φιλικό προς