Indizieren στα ελληνικά
Μετάφραση: indizieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμφαίνω, σήμα, αιχμή, δείχνω, γνέφω, στίγμα, φανερώνω, επισημαίνω, νεύω, δείκτης, ευρετήριο, δείκτη, ευρετηρίου, του δείκτη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beharrt στα ελληνικά - επιμένει, εμμένει, τονίζει, επιμένει ότι, επιμένει να
- daumennägel στα ελληνικά - πρόκες, πινέζες, πλεύσεις, καρφιά, ακίδες
- diabetiker στα ελληνικά - διαβητικός, διαβητική, διαβητικούς, διαβητικής, διαβητικών
- diagramm στα ελληνικά - χάρτης, διάγραμμα, διαγράμματα, διαγράμματος, διάγραμμα που, το διάγραμμα
Τυχαίες λέξεις
Indizieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμφαίνω, σήμα, αιχμή, δείχνω, γνέφω, στίγμα, φανερώνω, επισημαίνω, νεύω, δείκτης, ευρετήριο, δείκτη, ευρετηρίου, του δείκτη
Μεταφράσεις: εμφαίνω, σήμα, αιχμή, δείχνω, γνέφω, στίγμα, φανερώνω, επισημαίνω, νεύω, δείκτης, ευρετήριο, δείκτη, ευρετηρίου, του δείκτη