Instruieren στα ελληνικά

Μετάφραση: instruieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διδάσκω, αναθέσει, να αναθέσει, δώσει εντολή, αναθέσει στην, έδωσε εντολή
Instruieren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bestätigt στα ελληνικά - κατασταλαγμένος, επιβεβαίωσε, επιβεβαιωθεί, επιβεβαιώθηκε, επιβεβαιώνεται, επιβεβαίωσαν
  • bindehautentzündung στα ελληνικά - επιπεφυκίτιδα, επιπεφυκίτιδας, η επιπεφυκίτιδα, επιπεφυκίτιδος, επιπεφυκίτις
  • cellisten στα ελληνικά - τσελίστες, cellists, κορυφαίους βιολοντσελίστες, τους κορυφαίους βιολοντσελίστες
Τυχαίες λέξεις
Instruieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διδάσκω, αναθέσει, να αναθέσει, δώσει εντολή, αναθέσει στην, έδωσε εντολή